- Πρώτη δημοσίευση εδώ κι εδώ κατόπιν "παραγγελιάς" του Μπρεζνιεφικού Απολιθώματος και της Κ.Ε. του μπλογκ του, τους οποίους κι ευχαριστώ.
Η ώρα είναι επτά το πρωί και οδεύοντας
, αγουροξυπνημένος, προς το αεροδρόμιο, σκέφτομαι τι θα συναντήσω στην πόλη που ο Michael Jackson φώναξε το ιστορικό «ΗELLO BUDAPEST» για να τον μιμηθούν στη συνέχεια οι IRON MAIDEN, ο Lenny Kravitz, o Ozzy Osbourn και οι METALLICA, δηλαδή στο Βουκουρέστι.
Μην όντας και πολύ σίγουροι για το
όνομα της πρωτεύσουσας της, υποδέχτηκαν στον Δυτικό κόσμο, οι Αμερικάνοι κι
Ευρωπαίοι καλλιτέχνες την Ρουμανία,
αντίθετα με όλα τα προηγούμενα χρόνια που έδειχνε ολόκληρος ο «ελεύθερος
κόσμος» να γνωρίζει με ακρίβεια τι ακριβώς συμβαίνει εκεί. Μα αν είσαι
Ευρωπαίος κι έχεις δυο αυτιά με το’να
μόνο να ακούει απ΄τα Ανατολικά, είναι λογικό να μην «γροικάς» λεπτομέρειες για
μια χώρα, κατόπιν της πολιτικής μετατόπισης της στα Δυτικά. Μια πρώτη ιδέα των
κοσμογονικών αλλαγών που έχουν πραγματοποιηθεί στη χώρα, έλαβα δια του στόματος
νεαρού εκπροσώπου εταιρίας με την οποία συνεργάζομαι: «Το να πας στο Βουκουρέστι με γυναίκα είναι σαν να πας στο Άργος με το
πεπόνι σου» με είχε συμβουλεύσει γλαφυρά, τονίζοντάς μου την ευκολία και το
χαμηλό κόστος εύρεσης γυναικείας συντροφιάς. Και μόνο η απουσία από την
περιγραφή, του άλλοτε πανίσχυρου καλσόν
των Ελληναράδικων αφηγήσεων, που γοήτευε κάθε Ανατολικοευρωπαία και η
αντικατάσταση του από την επισήμανση του χαμηλού χρηματικού αντιτίμου, δείχνει
την πρόοδο που βιώνει η χώρα και την αλλαγή του οικονομικού συστήματος. Φυσικά
ο καθένας βρίσκει αυτό που ψάχνει ανεξαρτήτως συστήματος κι αυτό που ψάχνει
χαρακτηρίζει τον ίδιο, συστηματικά.
Μη γνωρίζοντας κι εγώ πολλά για την
πρωτεύουσα των «λατίνων» της βαλκανικής χερσονήσου, όπως αρέσκονται οι ίδιοι να
αυτοπροσδιορίζονται, ξαφνιάστηκα ευχάριστα από τις πρώτες εικόνες της πόλης,
που φαίνεται να έχει ζήσει τρεις διαφορετικές ζωές σε σύντομο χρονικό
διάστημα. Στην αρχή πρόσεξα το
εντυπωσιακό Casa
Presei, όπου
στεγαζόταν ο Τύπος κατά τη διάρκεια της σοσιαλιστικής περιόδου, στη θέση όπου
από το 1905 υπήρχε ο βασιλικός Ιππόδρομος. Το Casa Presei είναι η ζωντανή απόδειξη της
σοβιετικής παρουσίας αμέσως μετά τη λήξη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, καθώς
ακολουθεί με συνέπεια την Αρχιτεκτονική των «Εφτά Αδερφών» της Μόσχας και
κυρίως του Πανεπιστημίου Λεμονόσοφ. Ακριβώς μπροστά από το κτήριο υπάρχει ένα
μοντέρνο γλυπτό που θυμίζει τα φτερά του Ικάρου και για το οποίο εάν ρωτήσεις
κάποιον ντόπιο περί του συμβολισμού του, το πιθανότερο είναι πως θα εισπράξεις
κάποιο αυτοσχέδιο ανέκδοτο. Στο ίδιο σημείο που βρίσκεται αυτό το γλυπτό υπήρχε
προπολεμικά το έφιππο άγαλμα του πρώτου βασιλιά της Ρουμανίας, Καρόλου Α΄
(1839-1914) του γερμανικού Οίκου των Χοεντσόλερν, το οποίο η σοσιαλιστική
κυβέρνηση του Gheorghe Gheorghiu-Dej, σε μια πρωτοφανή για την εποχή
κίνηση οικολογικής ευσυνειδησίας, το ανακύκλωσε φτιάχνοντας από αυτό το άγαλμα
του Λένιν όπου δέσποζε στο ίδιο σημείο μέχρι το 1990. Λίγο παρακάτω το υπέροχο
και γιγάντιο πάρκο Herastrau,
με τις προτομές μεγάλων λογοτεχνών από όλον τον κόσμο, με το μνημείο για τον Michael Jackson (!) και την ομώνυμη λίμνη, η Πλατεία Charles de Gaulle, πρώην Πλατεία Στάλιν, πρώην Πλατεία
Μουσολίνι (με τα αντίστοιχα κάθε φορά αγάλματα) και η Αψίδα του Θριάμβου (1935)
που επισφραγίζει τον χαρακτηρισμό «Παρίσι των Βαλκανίων» για το Βουκουρέστι.
Στο κέντρο της πόλης ξεχωρίζουν οι μεγάλοι δρόμοι, τα καταθλιπτικά εμπορικά
κέντρα όπου δεν μπαίνει αχτίνα ηλιακού φωτός από πουθενά, τα «καζίνο» σε κάθε
γωνία που θυμίζουν το είδος της επιχειρηματικότητας στο οποία στηρίχθηκε η
«ανάπτυξη» ήδη από τα πρώτα χρόνια του
΄90, η τουριστική Παλαιά Πόλη, με τον Ναό Σταυροπόλεως και την γοτθική μπιραρία
Caru’cu Bere μεταξύ άλλων, το Intercontinental που σαν τεράστια τσιμεντένια σφήνα
εξ’ουρανού έχει καρφωθεί στην καρδιά του Βουκουρεστίου (ίσως για να κατατροπώσει
τον Δράκουλα του Κομμουνισμού) και φυσικά το Παλάτι του Κοινοβουλίου ή μάλλον
το Σπίτι του Λαού.
Το Σπίτι του Λαού ξεκίνησε να κτίζεται
το 1984 και αποτέλεσε το αποκορύφωμα της γιγάντιας ανοικοδόμησης που πραγματοποιήθηκε
στο Βουκουρέστι από τα τέλη του ΄70 και καθ΄όλη τη διάρκεια της δεκαετίας του
΄80. Αυτή η ανοικοδόμηση του Βουκουρεστίου, σήμερα συνήθως καταλογίζεται στον
τότε ηγέτη της Ρουμανίας, Τσαουσέσκου ως αποτέλεσμα μιας μεγαλομανίας παρόμοιας
με αυτήν του Νέρωνα. Κατηγορείται πως γκρέμισε ένα μεγάλο μέρος της γραφικής
Παλαιάς Πόλης, Εκκλησίες και Συναγωγές και πως ξεσπίτωσε χωρίς προειδοποίηση
χιλιάδες οικογένειες. Αυτό που σπανίως αναφέρεται είναι μια μικρή λεπτομέρεια.
Τον Μάρτιο του 1977 ένας σεισμός της τάξης των 7,4 R με επίκεντρο τα ανατολικά Καρπάθια,
άφησε πίσω 1.570 νεκρούς, πάνω από 11.000 τραυματίες, 33 μεγάλα προπολεμικά
κτήρια πλήρως κατεδαφισμένα και άλλα 35.000 μη κατοικήσιμα, πράγμα που έκανε τη
ριζική ανοικοδόμηση της πόλης εντελώς αναγκαία.
Ο Τσαουσέσκου υπήρξε ιδιαίτερα
δημοφιλής κυρίως στα πρώτα χρόνια της
εκλογής του (1965). Ο προκάτοχός του, Gheorghiu-Dej, είχε αποστασιοποιηθεί τα
τελευταία χρόνια από τη Σοβιετική Ένωση αντιδρώντας στη λεγόμενη
αποσταλινοποίηση που εκπροσωπούσε η σοβιετική ηγεσία. Αυτή η υπάρχουσα σταδιακή
απομάκρυνση μεταξύ των δυο χωρών υπήρξε πρώτης τάξεως ευκαιρία για τον
Τσαουσέσκου να αποκοπεί σχεδόν
ολοκληρωτικά από τους Σοβιετικούς, παραμένοντας ωστόσο στο Σύμφωνο της
Βαρσοβίας, αλλά ως μη ενεργό μέλος. Αυτή η «Ανεξαρτησία» της χώρας, όπως παρουσιάστηκε στην κοινή γνώμη,
έγινε δεκτή από μεγάλο μέρος των Ρουμάνων με ενθουσιασμό ενώ ο Τσαουσέσκου
προβλήθηκε ως μεγάλος πατριώτης. Ο αντισοβιετισμός άλλωστε δεν ήταν κάτι ξένο
για τους Ρουμάνους. Η ένταξη της Μολδαβίας, την οποία ο προπολεμικός ρουμανικός
Μεγαλοϊδεατισμός, θεωρούσε έδαφος του Ρουμανικού Βασιλείου, στην ΕΣΣΔ το 1940,
είναι κάτι το οποίο συζητείται ακόμα από τους Ρουμάνους, επιπλέον οι
αντιπαραθέσεις και οι συγκρούσεις που προκλήθηκαν από το ξήλωμα του παλαιού
μοναρχοφασιστικού κρατικού μηχανισμού και απο την κολεκτιβοποίηση, χρεωνόταν
από κάποιους στη σοβιετική παρουσία, ενώ υπήρχαν κι εκείνοι που θεωρούσαν πως
μέσω των Σοβιετορουμανικών βιομηχανικών μονάδων (SovRom) που είχαν σχηματιστεί, οι Σοβιετικοί
έβαζαν χέρι στον πλούτο της χώρας
Η σταδιακή απομάκρυνση από τη ΕΣΣΔ είναι το
μόνο που κράτησε η νέα ηγεσία από την
προηγούμενη, την ίδια ώρα που η εσωκομματική αντιπολίτευση τη χαρακτήριζε ως ντροπαλά σοσιαλδημοκρατική. Το μεγαλόπνοο
πλάνο για την ανάπτυξη της βαριάς βιομηχανίας, η δημιουργία υποδομών ηλεκτροδότησης μέσω πυρηνικής
ενέργειας και υδροηλεκτρικών σταθμών στον Δούναβη, το νέο δίκτυο μεταφορών, η
αναβάθμιση των υποδομών εξόρυξης πετρελαίου, η δημιουργία εμπορικού στόλου στη
Μαύρη Θάλασσα κλπ εκσυχρόνιζαν με
γοργούς ρυθμούς τη χώρα και σύντομα η Ρουμανία έγινε η τέταρτη μεγαλύτερη δύναμη
στη εξαγωγή στρατιωτικού εξοπλισμού παγκοσμίως και δεύτερη στην παραγωγή
πετρελαίου στην Ευρώπη (πίσω από την ΕΣΣΔ). Η ρουμανική ηγεσία, για την
υλοποίηση όλων των παραπάνω όχι μόνο αρνήθηκε τη σοβιετική βοήθεια, αλλά
αντίθετα στράφηκε, για δανεισμο, προς τη Δύση και σύντομα ο δανεισμός αυτός
έγινε αβάσταχτος. Πριν όμως διαπιστωθεί πόσο είχε χρεωθεί η χώρα, ο Τσαουσέσκου
είχε γίνει εξαιρετικά δημοφιλής για τους ηγέτες της Δύσης. Κάτι το γεγονός ότι
καταδίκασε τη συμμετοχή των σοβιετικών
στα γεγονότα της Τσεχοσλοβακίας το 1968, ενώ τις παραμονές είχε πραγματοποιήσει
φιλική επίσκεψη στον Dubček, κάτι το
ότι η Ρουμανία ήταν η πρώτη χώρα του Συμφώνου της Βαρσοβίας που εντάχθηκε στο
Δ.Ν.Τ. και στη Γενική Συμφωνία Δασμών και
Εμπορίου, ο Τσαουσέσκου είχε γίνει ιδιάιτερα αξιαγάπητος. Τόσο αξιαγάπητος
μάλιστα που τον επισκέφθηκε ο Αμερικάνος πρόεδρος Νίξον και του χάρισε μια
φεγγαρόπετρα από τις αποστολές της NASA,
ενώ συχνά παραλάμβανε τίτλους Τιμής και παράσημα κι από τις υπόλοιπες Μεγάλες Δυνάμεις δυτικά του Δούναβη π.χ. του
Τάγματος του Ελέφαντα από τη Δανία, των Ιπποτών του Μεγαλόσταυρου της Μ.
Βρετανίας κι αυτό της Λεγεώνας της Τιμής από τη Γαλλία. Μπορεί όμως η Τιμή τιμή
να μην έχει, τα δάνεια είχαν και συνεχώς
ανέβαινε. Τότε συνειδητοποίησε πως στην προσπάθεια του να αποδεσμευτεί από την
ΕΣΣΔ είχε δεθεί χειροπόδαρα στους Δυτικούς. Φοβούμενος την ολοκληρωτική
εξάρτηση της χώρας από τους δανειστές της, προέβη στην εφαρμογή επείγοντος
προγράμματος εξόφλησης του εξωτερικού χρέους με έμφαση στις εξαγωγές, ενώ
παράλληλα πραγματοποιήθηκε δημοψήφισμα, όπου με ποσοστό Τσαουσέσκου (όπως θα
έλεγαν κάποιοι) επικυρώθηκε η
απαγόρευση μελλοντικου δανεισμού της
χώρας από το εξωτερικό.
Η
προώθηση του μεγαλύτερου μέρους της παραγωγής προς τις εξαγωγές και η
απορρόφηση μεγάλων πόρων για την ανοικοδόμηση του Βουκουρεστίου, είχε ως
αποτέλεσμα τη δεκαετία του ογδόντα να παρουσιαστούν ελλείψεις αγαθών από τα
ράφια των καταστημάτων, ενώ οι διακοπές ρεύματος και φυσικού αερίου έκαναν την
εμφάνισή τους. Κάτω από αυτές τις συνθήκες η ηγεσία του Τσαουσέσκου άρχισε να χάνει τη δημοφιλία της στο εσωτερικό, ενώ
με την ανακοίνωση της πλήρους αποπληρωμής του εξωτερικού χρέους και δεδομένης
της απόφασης του δημοψηφίσματος, η Δύση δεν είχε τίποτα άλλο να κερδίσει από
αυτόν. Παρ΄όλα αυτά άνευ χρέους πλέον και βασισμένος στην πρόσφατη επανεκλογή
του στην ηγεσία του Κόμματος, ο Τσαουσέσκου έβλεπε ένα λαμπρό μέλλον για την
πατρίδα του χωρίς να νιώθει πως απειλείται, ακόμα κι όταν γύρω του ο
σοσιαλισμός ανατρεπόταν από χώρα σε χώρα. Ίσως η πρόθεση του να μην παραδώσει
αναίμακτα τα κλειδιά της εξουσίας, ή να στραφεί ο ίδιος σε καπιταλιστικές
λύσεις μπροστά στη νεοδιαμορφωθείσα παγκόσμια κατάσταση, αλλά αντιθέτως να
καλέσει Σύνοδο όλων των σοσιαλιστικών χωρών ώστε να προστατευθεί ο Σοσιαλισμός,
αποτέλεσε τη σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι της δυτικής υπομονής. Ο καλός
φίλος από την Ανατολή, μετατράπηκε εν μια νυκτί σε σκληρό δικτάτορα στον Δυτικό
Τύπο. Τα γεγονότα της Τιμισοάρα, οι προβοκάτσιες και οι ψευδείς φήμες περι
εκατόμβης νεκρών που έφταναν στο Βουκουρέστι μέσω των Διεθνών Μ.Μ.Ε.
«νομιμοποίησαν» το πραξικόπημα που θα ακολουθούσε και κατόπιν μιας «δίκης»
ολίγων λεπτών , για την οποία αργότερα θα μετάνιωναν ακόμα και άνθρωποι που
συμμετείχαν σε αυτήν, το ζεύγος Τσαουσέσκου θα κατηγορηθεί ακόμα και για
γενοκτονία (!) και θα εκτελεστεί αμέσως, από εκτελεστικό απόσπασμα που είχε ήδη
σχηματιστεί πριν από τη «δίκη»
Το
Σπίτι του Λαού, που δεν είχε ολοκληρωθεί κατά τη διάρκεια των δραματικών
γεγονότων του 1989, αποτελεί αδιαμφισβήτητα το σύμβολο εκείνης της περιόδου. Η υλοποίηση ενός
τόσο υπερφιλόδοξου έργου την ίδια στιγμή που λίγα μέτρα πιο πέρα ο λαός του
Βουκουρεστίου προσπαθούσε να αντιμετωπίσει της δυσκολίες που προέκυπταν
καθημερινά στα πλαίσια του έκτακτου προγράμματος εξόφλησης του χρέους, υπήρξε
πεδίο αντιπαράθεσης ακόμα κι εσωκομματικά, από πολύ νωρίς. Το κτήριο, που
σήμερα αποτελεί το μεγαλύτερο σε όγκο διοικητικό οικοδόμημα στην Ευρώπη και
δεύτερο στον κόσμο μετά το αμερικάνικο Πεντάγωνο, προοριζόταν να στεγάσει την
Κ.Ε. του Κόμματος, διεθνή συνέδρια, θεατρικές παραστάσεις, διεθνείς συναντήσεις
καθώς και κάθε είδους σωματείο που δραστηριοποιούταν στην πόλη. Κυρίως όμως προοριζόταν να αποτελέσει σύμβολο
της αυτάρκειας και των δυνατοτήτων του Ρουμάνικου λαόυ, καθώς οικοδομούνταν αποκλειστικά με πρώτες
ύλες από τη Ρουμανία. Σήμερα στεγάζεται το Ρουμανικό Κοινοβούλιο κι ένα
Συνεδριακό Κέντρο ενώ το μεγαλύτερο μέρος του παραμένει άδειο. Τμήμα του
κτηρίου είναι επισκέψιμο αλλά μόνο κατόπιν τηλεφωνικού ραντεβού και υποχρεωτικά
με τη συνοδεία ξεναγού ο οποίος σου παρέχεται στον χώρο. Για να σου επιτραπεί η
λήψη φωτογραφιών πρέπει να πληρώσεις επιπλέον ειδικό εισητήριο, κάτι που ισχύει
στους περισσότερους χώρους τουριστικού ενδιαφέροντος στη Ρουμανία. Κατά την
είσοδο, μου έκανε εντύπωση πως ενώ αποτελεί την μεγαλύτερη τουριστική ατραξιόν
της πόλης, η υποδοχή είναι το λιγότερο, πρόχειρα οργανωμένη, με ένα πτυσόμενο
σταντ για ρεσεψιόν (παρόμοια με αυτά που χρησιμοποιούν οι διαφημιστικές
εταιρίες στις υπαίθριες εκδηλώσεις τους) και με τα ραντεβού γραμμένα σε
χαρτάκια, ενώ τα εισητήρια παραλαμβάνονταν από ένα gift soft που θύμιζε έντονα «ΔΕΛΤΑ της
γειτονιάς» προηγούμενης δεκαετίας. Όλο αυτό σε συνδυασμό με την ύπαρξη μιας
έντονης οσμής ούρων με έκαναν να σκεφτώ πόσο θα σχολιαζόταν κάτι τέτοιο πίσω
στην πατρίδα εάν η Ρουμανία ήταν ακόμα σοσιαλιστική, αντίθετα τώρα πέρναγε
απαρατήρητο από τους περισσότερους αφού τα κάλυπτε όλα η οσμή της ελευθερίας
και των Ευρώ (ή των Λέι) αλλά κυρίως της ελευθερίας. Κάπου εκεί συνάντησα και
δυο διαμαρτυρώμενες Ελληνίδες (όχι στο θρήσκευμα) γύρω στα 55 που δεν τους επετράπη η είσοδος
λόγω του ότι δεν είχαν κλείσει ραντεβού, μέχρι που αποφάσισαν από κοινού πως δεν αξίζει ο κόπος.
Οι ίδιες, μετά από λίγο ξεφυλλίζοντας έναν οδηγό με φωτογραφίες από το
εσωτερικό του «Παλατιού» αποφάνθηκαν πως η αισθητική του Τραμπ αδίκως
χαρακτηρίζεται κιτς, αφού πληρώνουμε αντίτιμο για να επισκεφθούμε κτήριο
ανάλογης αισθητικής.
Η
ξενάγηση ξεκίνησε και ήταν εύκολο να διαπιστώσει κανείς την αμηχανία με την
οποία γινόταν οι διαχείριση του χώρου. Παραδοσιακές στολές από διάφορες
περιοχές εδώ, πίνακες από αγαπημένους καλλιτέχνες του Τσαουσέσκου εκεί, φθαρμένες
αυτοκόλλητες αναγεννησιακές αγιογραφίες σε τοίχο αίθουσας που είχε
χρησιμοποιηθεί ως «Βατικανό» κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων του «ΑΜΗΝ» του
Κώστα Γαβρά, αλλά κυρίως τεράστιοι αναξιοποίητοι χώροι. Το μόνο που είχε σαφή
κατεύθυνση ήταν η ξενάγηση. Προφανώς στη χώρα που ο μεγαλύτερος τουριστικός πόλος
έλξης είναι ο υποτιθέμενος Πύργος του Δράκουλα στην Τρανσιλβανία και οι θρύλοι
γύρω από αυτόν, πιστεύεται πως χωρίς ιστορίες για αγρίους οι τουρίστες χάνουν
το ενδιαφέρον τους. Έτσι ο κατά τα άλλα συμπαθέστατος ξεναγός, ανάμεσα στο να
μας λέει πως το κτήριο αποτελείται κατά 95% από υλικά που παράχθηκαν εντός
συνόρων και δεν μπορεί να προσδιοριστεί το ακριβές κόστος αφού τα υλικά ήταν
ήδη κρατική περιουσία, ενώ οι εργάτες και οι στρατιωτικοί που συμμετείχαν στο
έργο έτσι κι αλλιώς πληρώνονταν από το Κράτος, πέταγε και μια ιστορία
μυθοπλασίας για τον «Δικτάτορα». Για να καταλάβει κανείς πόσο ακραίες ήταν αυτές
οι ιστορίες που συμπληρώνονταν πάντα από ένα «Δεν ξέρω εγώ εάν είναι αλήθεια,
έτσι λέγεται, αλλά η ίδια ιστορία λεγόταν παλαιότερα και για τον τάδε βασιλιά,
εσείς θα κρίνετε ποια είναι η αλήθεια κλπ» μένει να αναφέρω πως οι ιστορίες
εκείνες που ο ίδιος ισχυριζόταν πως ήταν πράγματι αληθινές, ήταν οτι ο
Τσαουσέσκου είχε έναν αδελφό με το ίδιο ονοματεπώνυμο επειδή ο μεθύστακας
πατέρας τους είχε ξεχάσει πως έχει κι άλλον γιό και πως στη στρογγυλή τράπεζα
των συνεδριάσεων της Κ.Ε. λείπει μια καρέκλα επειδή ο Τσαουσέσκου είχε
παραγγείλει για τον ίδιο έναν θρόνο, που δεν μπορούσαν όμως να μας τον δείξουν
γιατί δεν φτιάχτηκε ποτέ. Λέγε λέγε,
μένει η επίγευση.
Περιμένοντας
το ασανσέρ για να πάμε στην ταράτσα του κτηρίου όπου θα μπορούσαμε να δούμε το
Βουκουρέστι από ψηλά, πιάσαμε την κουβέντα με τον ξεναγό που μας παραπονέθηκε
για το μέγεθος της διαφθοράς στη σημερινή Ρουμανία, τις μειωμένες επιλογές των
νέων της χώρας, την ακραία φτώχεια και
πως ο μισός πληθυσμός νοσταλγεί την κομμουνιστική περίοδο. Φτάνοντας στην
ταράτσα αποφάνθηκε πως ήταν λάθος η
κατασκευή ενός τόσο μεγάλου κτηρίου κι αυτό χρεώνεται αποκλειστικά στη ματαιοδοξία
του παλαιού ηγέτη, ενώ ο γιός του διαφωνούσε με την οικοδόμηση, θεωρώντας πως
αφού κατά τον Μαρξ στόχος είναι η απονέκρωση του Κράτους, ένα τέτοιο κτήριο θα
είναι μελλοντικά άχρηστο. Κι ενώ μιλούσαμε για λάθη ματαιοδοξίας του παρελθόντος, μας λέει με
απόλυτη φυσικότητα πως πίσω από το «Σπίτι του Λαού» χτίζεται η νέα Μητρόπολη
της Ρουμάνικης Ορθόδοξης Εκκλησίας και στόχος είναι να είναι ψηλότερη από το «Παλάτι»
ώστε από μακρυά να φαίνεται ο σταυρός της πάνω από αυτό. Επιπλέον σχολίασε την
ειρωνεία του να φαίνεται ο σταυρός πάνω από ένα «κομμουνιστικό» κτήριο. Πράγματι
εδώ υπήρχε μια ειρωνεία, απλά δεν ήταν ακριβώς αυτή.
Το
τελευταίο κομμάτι της ξενάγησης ήταν ίσως το πιο ενδιαφέρον. Επισκεφθήκαμε τα
γεμάτα υγρασία υπόγεια του κτηρίου όπου ένας χώρος είχε διαμορφωθεί όπως ήταν
υποτίθεται την εποχή που φιλοξενούσε τους εργάτες ως γιαπί. Περιοδικά και
βιβλία της εποχής σκόρπια στον χώρο, πικάπ και δίσκοι βινιλίου, μια αφίσα με το
σύμβολο του Κομμουνιστικού Κόμματος (το μόνο σφυροδρέπανο σε όλη την πόλη
βρίσκεται στα θεμέλια του Κοινοβουλίου) και δυο ποδοσφαιρικά συνθήματα με σπρέι
στον τοίχο, που είχαν διατηρηθεί από τότε. Ο ξεναγός μας ενημέρωσε πως δεν
είχαν καταγραφεί εργατικά δυστυχήματα αλλά σίγουρα υπήρχαν και πρόσθεσε μια
ιστορία κατά την οποία σε μια επίσκεψη επίβλεψης του έργου, ο Τσαουσέσκου μπαίνοντας
σε μια αίθουσα πέτυχε έναν εργάτη να κάνει την ανάγκη του (δεν μας διευκρίνισε
εάν ήταν το νούμερο ένα ήτο δυο) κι όπως μπήκε έτσι βγήκε διακριτικά χωρίς να
μάθει ποτέ ο εργάτης πως ο Πρόεδρος τον είχε δει live επί τω έργω. (Ο ξεναγός πάντως περιέργως το έμαθε).
Η ιστορία αυτή ήταν στα πλαίσια της περιγραφής των κακών συνθηκών εργασίας στον
χώρο, όπου οι τουαλέτες δεν έφταναν για όλους κι έτσι ουρούσαν όπου έβρισκαν. Αυτό
ίσως δικαιολογούσε την οσμή κατά την είσοδο, σκέφτηκα.
Την
ημέρα της επίσκεψής μου στο «Παλάτι του Κοινοβουλίου» πραγματοποιούνταν στη
Ρουμανία βουλευτικές εκλογές. Αυτό είναι κάτι που το έμαθα συμπτωματικά από
Έλληνα γνωστό μου που εντελώς τυχαία βρισκόταν στο Βουκουρέστι την ίδια περίοδο
και τον οποίο φιλοξενούσαν φίλοι του Ρουμάνοι. Η αλήθεια είναι πως δεν υπήρχε
κανένας απόλυτως άλλος τρόπος να το καταλάβεις. Όταν δε, ρώτησα για επιβεβαίωση
τον Ρεσεψιονίστ του ξενοδοχείου όπου διέμενα, εκείνος πρώτα πήρε ένα ύφος
τύπου: «Να τι είχα ξεχάσει να κάνω σήμερα» και ύστερα με ενημέρωσε σχετικά.
Ούτε αφίσες, ούτε συνθήματα, ούτε καν φωνές μετά την ανακοίνωση των
αποτελεσμάτων. Οι περισσότεροι αντί για τα αποτελέσματα παρακολουθούσαν
ποδόσφαιρο, ενώ όποιον ρωτούσες σχετικά η απάντηση περιείχε απαξίωση για τον
θεσμό. Πράγματι η αποχή ξεπέρασε σε όλη τη Ρουμανία το 60% ενώ μέσα στο
Βουκουρέστι υπολογίζεται πως ψήφισε μόνο ένας στους τρεις.
Το πολιτικό σύστημα της Ρουμανίας
είναι Ημιπροεδρική Δημοκρατία, πράγμα που σημαίνει πως πραγματοποιούνται και
Προεδρικές και Βουλευτικές εκλογές και πως είναι ιδιαίτερα δύσκολο να
σχηματιστούν μονοκομματικές κυβερνήσεις. Το ισχυρό κόμμα της χώρας είναι το
Σοσιαλδημοκρατικό, το οποίο παρουσιάζεται περισσότερο ευρωσκεπτιστικό κι αμέσως
μετά το Φιλελεύθερο το οποίο, όπως διαπίστωσα, τα Γερμανικά Μ.Μ.Ε. δεν είχαν
κανένα πρόβλημα να το στηρίξουν ανοιχτά. Ο σημερινός Πρόεδρος της Ρουμανίας Κlaus Iohannis,
προέρχεται από το δεύτερο κόμμα και ανήκει στη γερμανόφωνη μειονότητα της
χώρας, που ζει στα εδάφη που άνηκαν παλαιότερα στην Αυστροουγγρική Αυτοκρατορία. Η γερμανική του καταγωγή
χρησιμοποιήθηκε από το κόμμα του για να επισημανθεί ο οργανωτικός του
χαρακτήρας, ενώ το Σοσιαλδημοκρατικό κόμμα τον κατηγόρησε πάνω-κάτω ως πράκτορα
των Γερμανών. Η συμβίωση στην εξουσία Φιλελεύθερου Προέδρου και Σοσιαλδημοκρατικής
κυβέρνησης, (η οποία κατηγορείται συχνά για πελατειακές σχέσεις) δεν πήγε πολύ
καλά καθώς περιόριζε και τους δυο. Ως από μηχανής θεός, πριν από περίπου ένα
χρόνο, ξέσπασε ένα μεγάλο σκάνδαλο στη χώρα με αφορμή μια πυρκαϊά σε νυχτερινό κέντρο (κόστισε τη
ζωή σε 60 ανθρώπους) το οποίο οδήγησε στην παραίτηση της κυβέρνησης και στην
αντικατάσταση της από κυβέρνηση τεχνοκρατών. Ως Παπαδήμας των Ρουμάνων ορίστηκε
ο Dacian Cioloș ο οποίος φυσικά είχε υπάρξει Επίτροπος της Ε.Ε. κι ο οποίος
αποτέλεσε ιδανικό συνεργάτη για Πρόεδρο Iohannis. Όμως στις βουλευτικές εκλογές του Δεκέμβρη το
Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα ξανακέρδισε την πλειοψηφία και τα πράγματα μάλλον
ξαναμπερδεύονται λίγο.
Οι
Φιλελεύθεροι κατηγορούν τους Σοσιαλδημοκράτες από λαϊκιστές (προφανώς) και
νεοκομμουνιστές μέχρι ρατσιστές και εθνικιστές. Αιτία αυτών των χαρακτηρισμών
είναι η συμμετοχή στο Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα πρώην στελεχών του Κομμουνιστικού
Κόμματος (το οποίο είναι παράνομο μέχρι σήμερα) και ο έντονα πατριωτικός του
λόγο, προίκα από την εποχή της
«ανεξάρτητης Ρουμανίας» του Τσαουσέσκου. Όσο το περί ρατσισμού, αυτό
έχει να κάνει με την επίθεση του κόμματος κατά του Προέδρου Iohannis με αφορμή τις γερμανικές του ρίζες. Όλοι αυτοί οι
χαρακτηρισμοί όμως λειτουργούν μάλλον υπέρ του Κεντροαριστερού κόμματος. Ο
πατριωτικός λόγος και η ταύτιση του όρου «εθνική ανεξαρτησία» με την περίοδο
Τσαουσέσκου και την «Αριστερά» από την άλλη, δεν έχει αφήσει χώρο ακόμα ώστε να
βγει στο προσκήνιο η Ακροδεξιά, δεν ξέρω όμως μέχρι πότε.
Όλη
αυτή η αντιπαράθεση μεταξύ των κομμάτων φαίνεται να αφήνει αδιάφορη την πλειοψηφία των
ψηφοφόρων. Η χώρα θεωρείται η δεύτερη φτωχότερη της Ε.Ε. (πρώτη η Βουλγαρία),
με τον κατώτερο μισθό να έχει ανέβει τελευταία περίπου στα €200 και τον μέσο
μισθό να υπολογίζεται στα €400, ενώ 25%-30% του πληθυσμού ζει κάτω από το όριο
της φτώχειας. Ανάσα φαίνεται να δίνει η κυκλοφορία του μαύρου χρήματος, παράλληλα
με τα μέτρα φορολογικής ελάφρυνσης που πάρθηκαν (π.χ ο Φ.Π.Α. στα τρόφιμα έπεσε
από 24% σε 9%) και έδειξαν να τονώνουν πρόσκαιρα την οικονομία. Αυτή η ακραία
φτώχεια δεν γίνεται αμέσως αισθητή σε κάποιον επισκέπτη, καθώς το βιωτικό
επίπεδο στο Βουκουρέστι είναι κατά πολύ υψηλότερο του μέσου όρου της χώρας. Η
επαρχία εντούτοις φαίνεται να ζει συνθήκες τρίτου κόσμου.
Στις
αρχές του ΄90 δεν φαινόταν πως η Ρουμανία θα έφτανε σε αυτό το επίπεδο
φτώχειας. Μια χώρα με μηδενικό χρέος και με υποδομές σαν τις δικές της, θα
περίμενε κανείς πως θα πρωταγωνιστούσε. Όμως η διάλυση του κράτους έφερε ως
διάδοχη λύση, στα πλαίσια της αυτορρύθμισης της αγοράς, την εμφάνιση της
μαφίας, που θα έπαιζε τον ρόλο του συντονιστή, από κοντά και η πολιτική
διαφθορά. Νέος υπερδανεισμός ακολούθησε και οι υποδομές απαξιώθηκαν ώστε να
πουληθούν σε καλύτερες τιμές. «Οι ίδιοι που βομβάρδιζαν διαδοχικά τις
εγκαταστάσεις πετρελαίου στον Β΄ Π.Π., ήρθαν μετά να τις αγοράσουν» μου είπε
χαρακτηριστικά ένας Ρουμάνος. Η νοσταλγία για το παρελθόν είναι παραπάνω από
έντονη. Έρευνες δείχνουν πως μόνο το 34% πιστεύει πως ζει καλύτερα από ότι πριν
το ’90 ενώ συχνά πυκνά ο Τσαουσέσκου φιγουράρει πρώτος στη λίστα δημοφιλίας των
Προέδρων. Διαβάζοντας ελληνικά σάιτ επενδυτικού ενδιαφέροντος είδα πως υπάρχει ένας κάποιος ενθουσιασμός για την
πρόοδο της Ρουμανίας. Μελετώντας όμως καλύτερα τη σχετική αρθρογραφία
διαπίστωσα πως έχει εφευρεθεί η ύπαρξη 2 Ρουμανιών, χωρίς φυσικά να γίνεται
αναφορά σε ταξικά χαρακτηριστικά. Οι αρθρογράφοι εχουν διαχωρίσει τους
Ρουμάνους λοιπόν σε κατηγορίες όμοιες με εκείνες που συνήθως διαχωρίζονται
πολιτιστικά οι Τούρκοι (Ευρωπαίοι-Ανατολίτες). Βλέπουμε έτσι να μιλάνε για
Ευρωπαίους Ρουμάνους που είναι περίπου 6.000.000 (συν 2.000.000 οι μετανάστες Ρουμάνοι
του εξωτερικού) και είναι αυτοί που έχουν βιοτικό επίπεδο κοντά στο ευρωπαϊκό
και για Βαλκάνιους Ρουμάνους (περίπου 14.000.000) που δεν μπορούν να
προσαρμοστούν γιατί είναι Βλαχοβαλκάνιοι (κυριολεκτικά είναι). Όλες οι
επενδύσεις λοιπόν στοχεύουν στους πρώτους και οι δεύτεροι ας πάνε να πνιγούν, αφού
αντιμετωπίζονται σαν να μην υπάρχουν. Τελευταία ελπίδα των ντόπιων θεωρείται ο
τουρισμός στον οποίο φαίνεται να έχουν ρίξει
όλο τους το βάρος. Πράγματι οι περιοχές με τουριστικό ενδιαφέρον
βρίσκονται σε πολύ καλύτερη κατάσταση, ενώ οι τιμές των ακινήτων στα Καρπάθια
κοντά στον Πύργο του Δράκουλα είναι υψηλές. Όμως δεν πωλούνται μόνο ακίνητα που
προορίζονται για κατοικία ή για επιχειρηματική δραστηριότητα, πωλούνται κι
εκείνα που αποτελούν τα ίδια τουριστική ατραξιόν.
Την
τελευταία ημέρα πριν φύγω φρόντισα να συμμετάσχω σε μια εκδρομή στο κάστρο του
Πέλες, που αποτελούσε τη θερινή κατοικία των Γερμανών Βασιλιάδων της Ρουμανίας
και φυσικά στο κάστρο που αποδίδεται
στον Βλαντ τον Ανασκολοπιστή. Την παρέα του εκδρομικού λεωφορείου λοιπόν, εκτός
από την ελληνική παρουσία και τον Ρουμάνο ξεναγό, συμπλήρωναν δυο άγνωστοι
μεταξύ τους Αμερικάνοι και μια Ταϋλανδέζα που εξ’αρχής προσπαθούσε να
προσκολληθεί άγαρμπα στον έναν Αμερικάνο. Αφού ξεκινήσαμε ο ξεναγός μας
ενημέρωσε μεταξύ σοβαρού κι αστείου οτι τα κάστρα που θα επισκεφτούμε πωλούνται
σε περίπτωση που ενδιαφερόμαστε. Εγώ φυσικά δεν αντέδρασα σε αυτό, καθώς εάν
δεν δω πρώτα δεν αγοράζω. Η διαδρομή ήταν όμορφη κι ο ξεναγός που βρισκόταν σε
περίεργη, για το πρωϊνό της ώρας, καλή διάθεση, δεν σταμάτησε στιγμή να μιλάει.
Εκτός των πληροφοριών που ήταν απαραίτητες για το ταξίδι, είχε προβεί σε ένα σόου
δυτικοφιλίας, τέτοιου μεγέθους που για μια στιγμή πίστεψα πως οι δυο Αμερικάνοι
ήταν πράκτορες της ΣΙΑ σε μυστική αποστολή κι εκείνος το είχε μάθει. Αφού
έβρισε τον Πούτιν και τραγούδησε όλο το αγγλόφωνο ρεπερτόριο που έπαιζε το
ραδιόφωνο, ενημερώνοντας μας παράλληλα για τον τίτλο και τη χρονολογία κάθε
τραγουδιού (σαν τον πιτσιρικά από το «Η Λέξη που δε λες» μόνο που ο Ρουμάνος
φίλος μας τις είπε όλες) φτάσαμε στο πρώτο κάστρο. Φτιαγμένο στα τέλη του 19ου
αιώνα, το κάστρο Πέλες περιέχει όλες τις ανέσεις μιας σύγχρονης κατοικίας κι
ακόμα παραπάνω (από κεντρική θέρμανση μέχρι home cinema)
χωρίς να έχει χάσει τη λειτουργικότητα του. Κοίταξα τι ψιλά έχω, δεν έβγαιναν
να το αγοράσω και τα ξανάβαλα στις τσέπες για να συνεχίσουμε προς το κάστρο του Βλαντ Τσέπες. Γύρω από το
κάστρο του Δράκουλα, που δεν ήταν ακριβώς δικό του καθώς ο ίδιος πέρασε τα
παιδικά του χρόνια ως αιχμάλωτος του Σουλτάνου και τα επόμενα ως Διοικητής της
Βλαχίας, έχει στηθει μια μικρή τουριστική βιομηχανία. Κανονικά μέρος των εσόδων
αυτής της βιομηχανίας θα έπρεπε να στέλνετε στους απογόνους του Μπραμ Στόκερ,
του οποίου το βιβλίο στηρίζει από σπόντα την οικονομία ενός ολόκληρου έθνους.
Φεύγοντας από εκεί κατευθυνθήκαμε προς την τουριστική πόλη του Μπρασόφ, όπου
ανταλλάσσοντας ταξιδιωτικές εμπειρίες με τους συνταξιδιώτες μου έμαθα πως ο
Τζόρνταν από το Οχάιο, στην βαλκανική του περιοδεία, εντύπωσιάστηκε από τις
Σέρβες (για το Κόσοβο όμως δεν λέτε τίποτα), ο Μπομπ από τη Βοστόνη, εντυπωσιάστηκε
από τον υπερβολικό φιλοαμερικανισμό των Αλβανών (Α κάτι πάτε να πείτε), ενώ την
Ταϋλανδέζα (το όνομα της δεν το θυμάμαι) δεν τη ρωτήσαμε καν γιατί ήταν φανερό
πως είχε εντυπωσιαστεί από τον Τζόρνταν από το Οχάιο. Αφού καθησύχασα τον Μπομπ
πως στην Ελλάδα δεν θα αντιμετωπίσει τον ίδιο φιλοαμερικανισμό, (τουλάχιστον τα
προηγούμε να χρόνια) κι αφού του
έκανα μια συνοπτική αναφορά στη Χούντα
και τον Εμφύλιο, αναχωρήσαμε. Φεύγοντας για το Βουκουρέστι, εκμαίευσα από τον
Σερμπάν, τον ξεναγό, πως είναι ψηφοφόρος των Φιλελευθέρων, πως υποστήριζε την
αναγκαιότητα ύπαρξης κυβέρνησης τεχνοκρατών και πως λίγο πολύ όλοι θέλουμε τον
Γερμανό μας. Φυσικά όταν ο μέσος μισθός είναι €400 κι εσύ βγάζεις μόνο από τα
φιλοδωρήματα πάνω από €50-€60 την ημέρα, δεν θεωρείσαι ο μέσος Ρουμάνος. Από
την άλλη όμως δεν σκεφτόταν το κόστος που είχε μην έχοντας επαφή με το παιδί
σου λόγω του οτι δούλευε σχεδόν είκοσι ώρες την ημέρα, όπως μας είχε
παραπονεθεί νωρίτερα. Για εκείνον το προβλήμα της Ρουμανίας είναι πως
χρειάζεται βαθύτερες φιλελεύθερες μεταρρυθμίσεις όμως ο κόσμος είναι χαζός και
θέλει τους κομμουνιστές. Στη συνέχεια τον ρώτησα για τον Άνχελ Ιορντανέσκου
(τον Ντουμίτρου Ντουμιτρίου δεν τον είχε καν ακουστά).
Περνώντας
για μια τελευταία φορά από την Παλαιά Πόλη του Βουκουρεστίου, κοντοστάθηκα για
λίγο μπροστά από το, συνεχώς γεμάτο, κατάστημα «GYROS THESSALONIKIS» που παίζει εικοσιτέσσερις ώρες την ημέρα Ράδιο Καλαμαριά από τα ηχεία
και με τον Πασχάλη Τερζή να άδει για τον δικό του τον δρόμο, σκέφτηκα τον δικό
μου, της επιστροφής κι εκείνον που πρέπει να χαραχτεί. Όμως ο πάγος της
αδράνειας δεν λέει να σπάσει και εγκλωβισμένοι ανάμεσα στη νοσταλγία και τις
ψευδαισθήσεις παριστάνουμε τους Μοιραίους. Το αμάρτημα των Ρουμάνων, είναι ίδιο
με το δικό μας. Αμέτοχοι στις εξελίξεις, έρμαια στις διαθέσεις των δρώντων,
έτοιμοι να δημιουργήσουμε δικτάτορες ακόμα κι εκεί που δεν ήταν να υπάρξουν,
μέσω της απουσίας μας, διαπιστώνουμε κατόπιν εορτής όσα συμβαίνουν, τα λάθη που
έγιναν ή τις ευκαιρίες που χάθηκαν. Και στη συνέχεια περιμένουμε και πάλι
αμέτοχοι τα επόμενα λάθη που θα γίνουν, τις νέες ευκαιρίες που θα χαθούν και
ποιος θα κάνει την αρχή, για να τον κρίνουμε.